Αναζήτηση για

Στην ενότητα


Επιλέξτε γράμμα
Αναζήτηση όρου

Έτος    
Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης 1130/2010

Νομική φύση, τρόποι τελέσεως και στοιχεία απάτης. – Έννοια “περιουσιακής βλάβης”· πότε συνιστά τέτοια η συγκεκριμένη απειλή ή διακινδύνευση της περιουσίας. – Έννοια “αιτιώδους συνδέσμου”, “υλικής αντιστοιχίας βλάβης-οφέλους” και “δόλου τελέσεως” επί απάτης. – Η απάτη καθίσταται κακουργηματική κατ’ άρ. 386 παρ. 3 στοιχ. β΄ ΠΚ, όταν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ· η ως άνω διάταξη υποχωρεί όταν συντρέχουν οι όροι της διάταξης του άρ. 1 παρ. 1 του Ν. 1608/1950 και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 150.000 ευρώ. – Στοιχεία άμεσης συνέργειας. – Με την διάταξη του άρ. 1 παρ. 1 του Ν. 1608/1950 δεν τυποποιούνται νέα αδικήματα, αλλά επαυξάνεται το αξιόποινο των ήδη προβλεπομένων στον Ποινικό Κώδικα αντίστοιχων αδικημάτων, ο δε δράστης μιας τέτοιας πράξης πρέπει να γνωρίζει, κατ’ άρ. 30 παρ. 2 ΠΚ, ότι αυτή στρέφεται κατά του Δημοσίου. – Υπάγονται στις διατάξεις του ως άνω νόμου οι υπάλληλοι των τραπεζών, ακόμα και εκείνων που δεν ανήκουν συνολικά ή κατά πλειοψηφίαν στο Δημόσιο, αφού η εκ του άρ. 51 παρ. 1 του Ν. 1892/1990 περιστολή της έννοιας του δημόσιου τομέα δεν καταλαμβάνει τις διατάξεις των άρ. 263α ΠΚ και 1 παρ. 1 του Ν. 1608/1950. – Έννοια “κατ’ εξακολούθησιν εγκλήματος”· αυτό συνιστά ιδιάζουσα περίπτωση αληθούς πραγματικής συρροής ομοειδών εγκλημάτων. – Η διάταξη του άρ. 16 παρ. 2 του ν.δ. 2576/1953 δεν ταυτίζεται με εκείνη του άρ. 98 παρ. 2 ΠΚ, ως ειδικότερη δε θεωρείται ότι δεν έχει καταργηθεί. – Έννοια και λειτουργία της “επιταγής ευκολίας”· ποιες υποχρεώσεις δημιουργούνται εξ αυτής για τον εκδότη και τον λήπτη της επιταγής. – Έννοια της “αρχής του απροβλήτου των ουσιαστικών ενστάσεων” κατά του νόμιμου κομιστή επιταγής· σε ποιες περιπτώσεις αυτή κάμπτεται. – Από ποια στοιχεία δύναται να συναχθεί η γνώση της κομίστριας τράπεζας σχετικά με τον χαρακτήρα της επιταγής ως επιταγής ευκολίας. – Πώς γίνεται ο έλεγχος των ενεχυραζόμενων αξιογράφων στο πλαίσιο των πιστοδοτικών συμβάσεων. – Δεν πρέπει να γίνει κατηγορία για την πράξη της κατ’ εξακολούθησιν απάτης ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας με σκοπούμενο όφελος άνω των 150.000 ευρώ, στρεφομένης κατά εδρευούσης στην ημεδαπή τραπέζης, κατά του πρώτου κατηγορουμένου, προέδρου, διευθύνοντος συμβούλου και νομίμου εκπροσώπου ανώνυμης κατασκευαστικής εταιρείας, ο οποίος φέρεται να ζημίωσε την περιουσία της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς και άλλων τραπεζών, συνομολογώντας με τους υπαλλήλους του αρμόδιου καταστήματος της πρώτης σύμβαση παροχής πιστώσεως αλληλόχρεου λογαριασμού και σύμβαση κοινοπρακτικού δανείου, για την εξασφάλιση των οποίων προσκόμισε επιταγές ευκολίας, διά της παραπλανήσεως αυτών περί του ότι επρόκειτο για επιταγές που είχαν εκδοθεί κατόπιν συναλλαγών με ιδιώτες και προς εξόφλησιν υπαρκτών οφειλών προς την εταιρεία, με αποτέλεσμα να ωφεληθεί ο κατηγορούμενος κατά το ποσό των 7.446.620,00 ευρώ, με αντίστοιχη περιουσιακή ζημία τόσο της Εμπορικής Τράπεζας, που λειτουργούσε ως διαχειρίστρια της κοινοπραξίας και αντίκλητος των λοιπών τραπεζών με τις οποίες είχε συνομολογηθεί το επίμαχο δάνειο, όσο και των τραπεζών αυτών, εκάστης κατά το ποσοστό συμμετοχής της στο κοινοπρακτικό δάνειο και στις γενόμενες χορηγήσεις, καθώς οι επιταγές δεν πληρώθηκαν αλλά σφραγίστηκαν όταν παρουσιάστηκαν προς πληρωμή, αφού η περιουσιακή διάθεση στην οποία προέβησαν τα φερόμενα ως παραπλανηθέντα τραπεζικά όργανα δεν ήταν άμεση, δεδομένου ότι μεσολάβησε ο πλημμελής έλεγχος του ελεγκτικού των πιστοδοτήσεων κλιμακίου περί της εμπορικότητας των ενεχυραζόμενων επιταγών και έτσι διεκόπη ο αναγκαίος για την στοιχειοθέτηση της απάτης αιτιώδης σύνδεσμος. – Δεν πρέπει να γίνει κατηγορία κατά των δεύτερου και τρίτης των κατηγορουμένων, τραπεζικών υπαλλήλων, για άμεση συνέργεια στην ως άνω πράξη του πρώτου κατηγορουμένου, αφού η τουλάχιστον αμελής συμπεριφορά τους κατά τον έλεγχο της πιστοδοτήσεως φαίνεται ότι οφείλεται στην υπαλληλική χαλαρότητα η οποία αποδεικνύεται συνήθης κατά την διενέργεια των σχετικών ελέγχων, ενώ παράλληλα δεν προκύπτουν ούτε καν ασθενείς ενδείξεις για την ύπαρξη κάποιας ιδιαίτερης σχέσης των εν λόγω κατηγορουμένων με τον φερόμενο ως φυσικό αυτουργό της απάτης συγκατηγορούμενό τους, εν είδει άμεσης συνέργειας στην πράξη.

Το ως άνω βούλευμα, με το οποίο έγινε δεκτή η εισαγγελική πρόταση Γ. Σκιαδαρέση, δημοσιεύθηκε σε ΠοινΧρ 2012, 524.