Αναζήτηση για

Στην ενότητα


Επιλέξτε γράμμα
Αναζήτηση όρου

Έτος    
Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Κερκύρας 23/2014

Στην περίπτωση της κακουργηματικής κατάχρησης ανηλίκου σε ασέλγεια από εκπαιδευτικό, παιδαγωγό, γυμναστή ή άλλο πρόσωπο που παραδίδει μαθήματα στον ανήλικο (άρ. 342 παρ. 1, 2 ΠΚ), ο δράστης πρέπει να φέρει, κατά τον χρόνο τέλεσης της ασελγούς πράξης, την ιδιότητα του “εκπαιδευτικού, παιδαγωγού, γυμναστή” και, υπό την τελευταία αυτή ιδιότητα, να “παραδίδει μαθήματα στον ανήλικο”, αναλαμβάνοντας την κάθε είδους εκπαίδευση ή διαπαιδαγώγηση του ανηλίκου. – Ποια πρόσωπα φέρουν την ιδιότητα του “γυμναστή” κατά την έννοια της διατάξεως του άρ. 342 παρ. 2 στοιχ. γ΄ ΠΚ. – Η ανάθεση της εμπιστοσύνης του ανηλίκου αποτελεί πραγματική κατάσταση υπαγωγής και εξάρτησης του ανηλίκου από την επίβλεψη του ενηλίκου, μπορεί δε να γίνει και σιωπηρώς. – Η ενέργεια της ασελγούς πράξης πρέπει να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με την ανάθεση της εμπιστοσύνης, την οποία ο δράστης εκμεταλλεύεται, πραγματοποιούμενη μεν ενόσω διαρκεί η εμπίστευση, όχι όμως, απαραίτητα, εντός του καθορισμένου ωραρίου εργασίας του δράστη. – Η σχέση εμπιστοσύνης πρέπει να γίνεται αντιληπτή και από τα δύο μέρη, η δε κατάχρηση δεν απαιτείται να εκφράζεται ρητώς, αρκεί να συνάγεται με σαφήνεια. – Στοιχεία του εγκλήματος της ασέλγειας με ανήλικο που έχει συμπληρώσει τα δέκα έτη έναντι αμοιβής, τελουμένου κατά συνήθεια (άρ. 351Α παρ. 1 στοιχ. β΄ και γ΄ και παρ. 2 ΠΚ). – Έννοια “ασελγούς” πράξης. – Δεν ασκεί καμία επιρροή στην στοιχειοθέτηση του αξιούμενου από την επίμαχη διάταξη δόλου του δράστη η τυχόν συναίνεση του ανηλίκου ή η πρωτοβουλία του, ή ακόμη και η εκ μέρους του πρόκληση του δράστη. – Στοιχεία του εγκλήματος της ασέλγειας παρά φύση μεταξύ αρρένων, τελεσθείσα με την μορφή της αποπλάνησης από ενήλικο προσώπου νεότερου των δεκαεπτά ετών. – Έννοια “παρά φύση ασέλγειας”. – Πότε συντρέχει το στοιχείο της “αποπλάνησης” του ανήλικου θύματος. – Δεν συντρέχει “παραπλάνηση” όταν ο ανήλικος επιδεικνύει, από την πρώτη στιγμή, προθυμία να διαπράξει την πράξη, συναινώντας ελεύθερα, πολλώ δε μάλλον, όταν αναλαμβάνει την σχετική πρωτοβουλία για την τέλεσή της. – Κοινό στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων των άρ. 342, 347 παρ. 1 στοιχ. β΄ και 351Α ΠΚ, όπως και του άρ. 339 ΠΚ, αποτελεί η ενέργεια ασελγούς πράξης με ανήλικο. – Λόγω της συμμετοχής ανήλικου προσώπου, στην έννοια της ασελγούς πράξης του άρ. 336 ΠΚ, εντάσσονται και πράξεις, οι οποίες, όταν τελούνται σε ενήλικο, λογίζονται ως “ασελγείς χειρονομίες” κατά την έννοια του άρ. 337 ΠΚ. – Για τον χαρακτηρισμό της πράξης με ανήλικο ως “ασελγούς” συνεκτιμάται όχι μόνο το κριτήριο της βαρύτητάς της (έντονος γενετήσιος και ηδονιστικός χαρακτήρας), αλλά και αυτό των ειδικών περιστάσεων (τόπου, χρόνου και τρόπου) τέλεσης, καθώς και των ιδιοτήτων των προσώπων μεταξύ των οποίων αυτή τελέστηκε. – Περιπτώσεις “ασελγών” πράξεων με ανήλικο. – “Με τον ανήλικο” τελείται η ασέλγεια, όταν η πράξη πραγματοποιείται είτε με σωματική επαφή μαζί του, είτε, εάν ελλείπει το στοιχείο μιας τέτοιας επαφής, με βουλητική συμμετοχή του ανηλίκου στην πράξη. – Περιπτώσεις ασέλγειας με ανήλικο χωρίς σωματική επαφή. – Δεν συνιστά τέλεση ασέλγειας “με” ανήλικο η διενέργεια πράξεων (π.χ. προφορική συνομιλία γενετήσιου περιεχομένου ή επίδειξη άσεμνων φωτογραφιών ή ταινιών), ακόμη και με σκοπό την διέγερση της γενετήσιας ορμής, όταν το σώμα του ανηλίκου δεν συνιστά, έστω και χωρίς επαφή, το μέσο για την γενετήσια διέγερση ή ικανοποίηση του δράστη, ο οποίος αρκείται σε μόνη την παρουσία του ανηλίκου· γι’ αυτό και οι εν λόγω πράξεις έχουν ενταχθεί από το νομοθέτη όχι στην παρ. 1 του άρ. 342 ΠΚ, αλλά στην παρ. 3 του ίδιου άρθρου, η οποία τυποποιεί μια ειδική μορφή κατάχρησης ανηλίκου σε ασέλγεια, με την οποία επιδιώκεται η αντιμετώπιση των “παιδοφιλικών” πράξεων. – Έννοιες “χειρονομιών”, “προτάσεων”, “εξιστόρησης”, “απεικόνισης”, “παρουσίασης” και “προσβολής της αιδούς” του ανηλίκου. – “Επανειλημμένη τέλεση” κατά την έννοια της διατάξεως του άρ. 13 στοιχ. στ΄ ΠΚ συντρέχει και επί διαπράξεως του εγκλήματος κατ’ εξακολούθησιν. – Έννοια “κατ’ εξακολούθησιν εγκλήματος” (άρ. 98 παρ. 1 ΠΚ). – Στοιχεία του εγκλήματος της βάναυσης προσβολής της αιδούς με ακόλαστη πράξη τελουμένη ενώπιον προσώπου νεότερου των δεκαπέντε ετών (άρ. 353 παρ. 2 εδ. α΄ και β ΠΚ). – Έννοιες “ακόλαστης πράξης” και “βάναυσης” προσβολής. – Προϋποθέσεις παραδεκτής υποβολής της αξιούμενης από το άρ. 353 παρ. 2 εδ. γ΄ ΠΚ εγκλήσεως από τον ένα μόνο γονέα. – Εφόσον οι διατάξεις των άρ. 342, 351Α και 347 παρ. 1 στοιχ. β΄ ΠΚ προστατεύουν το ίδιο έννομο αγαθό (γενετήσια ελευθερία ανήλικου ατόμου), το οποίο, μάλιστα, πλήττεται με τον ίδιο κάθε φορά τρόπο, η συρροή των αντιστοίχως προβλεπόμενων εγκλημάτων είναι φαινομένη κατ’ ιδέαν, με εφαρμοστέα διάταξη εκείνη που απειλεί τη βαρύτερη ποινική κύρωση, δηλαδή, στην περίπτωση ανηλίκου δεκατεσσάρων και δεκαπέντε ετών, αυτή του άρ. 342 ΠΚ, με βάση είτε την αρχή της (σιωπηρής) επικουρικότητας είτε αυτή της απορρόφησης. – Το επικουρικό, έναντι του εγκλήματος του άρ. 342 ΠΚ, έγκλημα του άρ. 351Α ΠΚ και, εν συνεχεία, το επικουρικό, έναντι του τελευταίου, έγκλημα του άρ. 347 ΠΚ τελούν, διαδοχικώς, σε κατάσταση “σιωπηρής ποινικής εφεδρείας”, για την περίπτωση που, για κάποιο λόγο, δεν εφαρμοστεί, τελικώς, το κύριο έγκλημα του άρ. 342 ΠΚ (σχέση πολλαπλής επικουρικότητας). – Όταν συντρέχει σχέση εμπίστευσης, το έγκλημα της παρ. 3 του άρ. 342 ΠΚ είναι επικουρικό έναντι αυτού της παρ. 1 του ίδιου άρθρου, όχι όμως και έναντι αυτών του άρ. 353 παρ. 2 εδ. α΄ και β΄ ΠΚ, το οποίο, ως ελαφρύτερο, απορροφάται (συντιμωρητή ύστερη πράξη). – Αντίστοιχα, τα εγκλήματα των άρ. 353 παρ. 2 εδ. α΄ και β΄ ΠΚ είναι επικουρικά έναντι αυτών των άρ. 351Α και 347 παρ. 1 στοιχ. β΄ περ. α΄ ΠΚ. – Συνακόλουθα, η συρροή των εγκλημάτων των άρ. 342 παρ. 1, 351Α, 347 παρ. 1 στοιχ. β΄ περ. α΄, 342 παρ. 3 και 353 παρ. 2 εδ. α΄ και β΄ ΠΚ είναι φαινομένη υπέρ της βαρύτερης διάταξης του άρ. 342 παρ. 1 ΠΚ. – Επί φαινομένης συρροής εγκλημάτων, κατ’ εφαρμογήν των αρχών της επικουρικότητας και της απορρόφησης (όχι όμως και της ειδικότητας), προκρίνεται η απάλειψη, από το δικαστικό συμβούλιο, του περί παραπομπής κεφαλαίου του βουλεύματος για την/τις φαινομενικώς συρρέουσα/ες πράξη/εις, χωρίς όμως απόφανση να μην γίνει κατηγορία γι’ αυτή/αυτές, και ο περιορισμός του σε μόνη την αποδοχή της ύπαρξης φαινομένης συρροής και την αναφορά της επικουρικής (ή απορροφώμενης) διατάξεως που “ζει εν εφεδρεία”. – Με την διάταξη του άρ. 226Α ΚΠΔ θεσπίζεται κανόνας κτήσεως αποδείξεων, για την παραβίαση του οποίου ο δικονομικός νομοθέτης δεν απήγγειλε ρητώς την δικονομική κύρωση ούτε της (σχετικής) ακυρότητας ούτε της απαγόρευσης αξιοποίησης τυχόν απαραδέκτως κτηθείσης μαρτυρικής κατάθεσης του ανήλικου θύματος. – Η μη αναγραφή, κατά λέξη, των ερωτήσεων που απευθύνονται σε ανήλικο μάρτυρα (άρ. 226 παρ. 2 ΚΠΔ) δεν επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, ακόμη και παρά την προβολή σχετικής ενστάσεως από τον κατηγορούμενο. – Παραπέμπεται, χωρίς ιδιαίτερη μνεία στο διατακτικό του βουλεύματος των λοιπών (επικουρικών ή απορροφηθεισών) εις βάρος του κατηγοριών, για την κακουργηματική πράξη της κατάχρησης ανηλίκου σε ασέλγεια με παθόντα, ο οποίος συμπλήρωσε τα δεκατέσσερα, όχι όμως και τα δεκαοκτώ έτη, κατ’ εξακολούθησιν, ο κατηγορούμενος, προπονητής κρίκετ, ο οποίος, στο πλαίσιο ενός συνολικού σχεδιασμού δράσης, εκμεταλλευόμενος την θέση του ως γυμναστή-προπονητή του ανήλικου θύματος στην ομάδα κρίκετ της Γυμναστικής Ένωσης Κέρκυρας, υποσχόμενος την αθλητική του ανέλιξη και την είσοδό του στην εθνική ομάδα κρίκετ, προκειμένου να τον προσεγγίσει και δελεάζοντας αυτόν με ολοένα και μεγαλύτερα χρηματικά ανταλλάγματα, εκμεταλλευόμενος την άσχημη οικονομική και οικογενειακή κατάστασή του, ενεργούσε, επανειλημμένως και με διαρκώς αυξανόμενη ένταση, ασελγείς πράξεις με το ανήλικο θύμα, κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο του 2011 έως και τον Μάιο του 2013, οπότε και κατελήφθη επ’ αυτοφώρω. – Διατηρείται η ισχύς του επιβληθέντος, εις βάρος του κατηγορουμένου με διάταξη του ανακριτή, εντάλματος προσωρινής κράτησης. – Απορρίπτονται οι αντίθετοι ισχυρισμοί του κατηγορουμένου περί μη συνδρομής του στοιχείου της εμπίστευσης, αφού η ιδιότητά του ως προπονητή ενός αθλήματος, και δη εκπαιδευτικού, ενέχει από την φύση της τον ρόλο του έμπιστου προσώπου, δηλαδή ανθρώπου στον οποίο εύλογα οι γονείς αναθέτουν προσωρινά την επίβλεψη του ανηλίκου αφενός για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η προπόνηση και εκγύμναση, πολλώ δε μάλλον για όσο χρονικό διάστημα, εξ αφορμής αυτής της δημόσιας εμπίστευσης, ακολουθεί και η ιδιωτική. – Παραδεκτώς λαμβάνονται υπ’ όψιν, από το δικαστικό συμβούλιο, οι καταθέσεις του ανήλικου θύματος, οι οποίες δόθηκαν κατά την αστυνομική προανάκριση· από την παραβίαση του άρ. 226Α ΚΠΔ δεν προσβλήθηκε ούτε ουσιαστικό δικαίωμα του κατηγορουμένου, ώστε να τεθεί ζήτημα επιβολής ερμηνευτικά συναγόμενης απαγόρευσης αξιοποίησης, ούτε δικονομικό δικαίωμα αυτού, ώστε να τεθεί ζήτημα απόλυτης ακυρότητας της μαρτυρικής κατάθεσης, λόγω παραβίασης των υπερασπιστικών του δικαιωμάτων κατ’ άρ. 171 αριθμ. 1 στοιχ. δ΄ ΚΠΔ· εξάλλου, το όποιο δικονομικό ελάττωμα από την παραβίαση του άρ. 226Α ΚΠΔ (της οποίας γίνεται επίκληση) κατά το στάδιο της αστυνομικής προανάκρισης έχει ήδη καλυφθεί στο αμέσως επόμενο στάδιο της κύριας ανάκρισης, με την λήψη, παρουσία παιδοψυχιάτρου (και την σύνταξη σχετικής ψυχιατρικής γνωμάτευσης), νέας κατάθεσης του ανηλίκου, το περιεχόμενο της οποίας αποκαθιστά πλήρως την αμφισβητηθείσα από τον κατηγορούμενο αξιοπιστία όλων των προηγούμενων καταθέσεών του, αφού ο ανήλικος δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις, ούτε η ανωτέρω πραγματογνώμονας-παιδοψυχολόγος επεσήμανε κάποια ανακολουθία.


Το βούλευμα δημοσιεύεται σε Ποινικά Χρονικά 2015, 383.