Αναζήτηση για

Στην ενότητα


Επιλέξτε γράμμα
Αναζήτηση όρου

Έτος    
Άρειος Πάγος 52/2011 (Ποιν.)

Πότε η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. – Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, αρκεί δε ο κατ’ είδος προσδιορισμός των αποδεικτικών μέσων, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους ή μνεία του τι προέκυψε χωριστά από καθένα εξ αυτών. – Πότε είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη η καταδικαστική απόφαση για το κατ’ άρθρο μόνο του α.ν. 690/1945 αδίκημα της μη καταβολής πάσης φύσεως αποδοχών σε εργαζόμενο· ποια επιπλέον στοιχεία πρέπει να προσδιορίζονται όταν ο εργοδότης είναι νομικό πρόσωπο. – Πότε υπάρχει εσφαλμένη ερμηνεία και πότε εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως· έννοια “εκ πλαγίου παραβίασης”. – Ορθώς και αιτιολογημένως καταδικάσθηκε για κατ’ εξακολούθησιν μη καταβολή αποδοχών σε εργαζόμενο ο κατηγορούμενος, νόμιμος εκπρόσωπος μη κερδοσκοπικού σωματείου, ο οποίος, αν και απασχολούσε καθημερινά στο σωματείο την εγκαλούσα ως γραμματέα, δεν κατέβαλε σε αυτήν μηνιαίες αποδοχές καθώς και επιδόματα και δώρα που εδικαιούτο δυνάμει της σχέσεως εργασίας της, ειδικότερα δε δεν απέδωσε σε αυτήν τόσο ένα μέρος των μηνιαίων αποδοχών της για χρονικό διάστημα 20 μηνών, ποσού 11.520 ευρώ, όσο και τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και το επίδομα αδείας, συνολικού ποσού 2.000 ευρώ· η ως άνω καταδίκη είναι ορθή και αιτιολογημένη, αφού α) αναφέρονται όλα τα αναγκαία στοιχεία από τα οποία συνάγεται η στοιχειοθέτηση του εγκλήματος, μόνη δε η ιδιότητα του κατηγορουμένου ως “νομίμου εκπροσώπου” του σωματείου αρκεί για την θεμελίωση ποινικής ευθύνης επί μη εμπρόθεσμης καταβολής αποδοχών, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου μόνου παρ. 1 του α.ν. 690/1945, β) η επανάληψη στο αιτιολογικό της προσβαλλομένης αποφάσεως πραγματικών περιστατικών, αποδείξεων και σκέψεων του αιτιολογικού της πρωτοβάθμιας απόφασης δεν αντίκειται στα άρ. 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ και 2 του 7ου Πρωτοκόλλου αυτής, καθώς έγινε επανεξέταση της υποθέσεως και το δικαστήριο στήριξε την καταδικαστική κρίση του σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, χωρίς την παραπομπή ή αναφορά στα σε πρώτο βαθμό αποδειχθέντα, και γ) δεν μετατέθηκε το βάρος αποδείξεως, δεν παραβιάσθηκε το τεκμήριο αθωότητας ούτε οι κανόνες της λογικής και της κοινής πείρας εκ της παραδοχής ότι προσκρούει στην λογική ο (απορριφθείς) αρνητικός της κατηγορίας ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι η εγκαλούσα, παρά την δική της οικονομική δυσχέρεια, απησχολείτο επί μακρόν εθελοντικά στο σωματείο και σε εκπλήρωση χρεών της προς τον κατηγορούμενο.

Η ως άνω απόφαση δημοσιεύθηκε σε ΠοινΧρ 2011, 611, με παρατηρήσεις Θ. Σάμιου.