Αναζήτηση για

Στην ενότητα


Επιλέξτε γράμμα
Αναζήτηση όρου

Έτος    
Άρειος Πάγος 1909/2016 (Ποιν.)

Υποβολή ανακριβούς δηλώσεως περιουσιακής κατάστασης. Άμεση συνέργεια: Υπό ποίες προϋποθέσεις ήταν υπόχρεος ο βουλευτής σε υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης με βάση το άρ. 1 παρ. 1 και 2 του Ν. 3213/2003, όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από την παρ. 4α του άρ. 13 του Ν. 3242/2004. – Μετά την αντικατάσταση του άρ. 6 του Ν. 3213/2003 από το άρ. 227 του Ν. 4281/2014 η διάταξη κατέστη ευμενέστερη για τον κατηγορούμενο, αφού επιβάλλονται μικρότερες ποινές στους δράστες της εκ προθέσεως υποβολής ανακριβούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης. – Ο υπόχρεος σε δήλωση περιουσιακής κατάστασης βουλευτής πρέπει να δηλώσει λεπτομερώς και να συμπεριλάβει στην δήλωση περιουσιακής κατάστασης που θα υποβάλει όλα τα υφιστάμενα κατά τον χρόνο της υποβολής της περιουσιακά στοιχεία του ιδίου και της συζύγου του, η δε απαρίθμηση των περιουσιακών στοιχείων του άρ. 2 του ως άνω νόμου είναι ενδεικτική. – Στοιχεία μη υποβολής ή υποβολής ανακριβούς δηλώσεως περιουσιακής κατάστασης. – Στοιχεία άμεσης συνέργειας. – Ορθώς και αιτιολογημένως καταδικάσθηκαν για υποβολή ανακριβούς δηλώσεως περιουσιακής κατάστασης και άμεση συνέργεια στην πράξη οι κατηγορούμενοι, αφού ο μεν πρώτος (βουλευτής) υπέβαλε ανακριβή δήλωση περιουσιακής κατάστασης για το οικονομικό έτος 2008, παραλείποντας να δηλώσει την υφιστάμενη κατά τον χρόνο εκείνο κατάθεση της συζύγου του, δεύτερης κατηγορουμένης, στην τράπεζα σε κεφάλαια ομολόγων, κεφάλαια μετοχών και ρευστοποιήσιμο ενεργητικό, συνολικού ποσού 2.121.412 δολαρίων ΗΠA (1.348.555,082 ευρώ), η οποία περιλαμβανόταν αρχικά σε εννέα λογαριασμούς και στην συνέχεια μεταφέρθηκε σε άλλο λογαριασμό που αφορούσε ανακλητό καταπίστευμα, η δε δεύτερη κατηγορουμένη υπέγραψε εκ προθέσεως, ως σύζυγος, την ίδια ως άνω δήλωση, καίτοι γνώριζε ότι δεν συμπεριελήφθη σε αυτήν η επίμαχη τραπεζική κατάθεσή της. – Πότε επέρχεται απόλυτη ακυρότητα λόγω παραβιάσεως του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. – Πότε επέρχεται ανεπίτρεπτη μεταβολή της κατηγορίας. – Απορρίπτονται οι σχετικοί πρόσθετοι λόγοι αναιρέσεως ως αβάσιμοι. – Απορρίπτεται ως αβάσιμος και ο λόγος αναιρέσεως περί εσφαλμένης εφαρμογής του άρ. 2 του Ν. 3213/2003, όπως η διάταξη αυτή ίσχυε κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξεως και πριν από την τροποποίησή της με το άρ. 223 του Ν. 4281/2014.


Η απόφαση δημοσιεύεται σε Ποινικά Χρονικά 2017, 519.