Αναζήτηση για

Στην ενότητα


Επιλέξτε γράμμα
Αναζήτηση όρου

Έτος    
Συμβούλιο Εφετών Αθηνών 1465/2015

Κοινή απιστία (άρ. 390 ΠΚ) και απιστία περί την υπηρεσία (άρ. 256 ΠΚ): Με την διάταξη του άρ. 1 παρ. 1 του Ν. 1608/1950 εισάγονται επιβαρυντικές περιστάσεις στα ήδη περιεχόμενα και τιμωρούμενα στον Ποινικό Κώδικα εγκλήματα, καθόσον η συνδρομή ορισμένου ύψους ζημίας εις βάρος του Δημοσίου συνιστά απλώς προϋπόθεση επαύξησης του αξιόποινου. – Προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της κοινής απιστίας και της απιστίας περί την υπηρεσία. – Από τα ως άνω εγκλήματα το μεν πρώτο αποτελεί κοινό έγκλημα και στρέφεται κατά της περιουσίας, το δε δεύτερο είναι ιδιαίτερο, τελούμενο μόνο από υπαλλήλους κατά την έννοια των άρ. 13 στοιχ. α΄ και 263α ΠΚ, και στρέφεται κατά της χρηστής διαχείρισης της δημόσιας περιουσίας. – Έννοια “προσδιορισμού”, “είσπραξης” και “διαχείρισης” εσόδων κ.λπ. κατά το άρ. 256 ΠΚ. – Οι ως άνω πράξεις παρατίθενται με χρονολογική σειρά, καταλαμβάνοντας όλα τα στάδια εισροής και διαχείρισης των εσόδων στην δημόσια περιουσία. – Ζημιογόνες διαχειριστικές πράξεις του υπαλλήλου, από τις οποίες επέρχεται ελάττωση της δημόσιας περιουσίας, είναι οπωσδήποτε οι επιζήμιες για το Δημόσιο συμβάσεις του υπαλλήλου, τις οποίες αυτός συνήψε με τρίτους για λογαριασμό του Δημοσίου. – Στην έννοια της “δημόσιας” περιουσίας εμπίπτει εκείνη των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όχι όμως κατ’ αρχήν η περιουσία των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που αναφέρονται στο άρ. 263α ΠΚ, γιατί με την τελευταία αυτή διάταξη επέρχεται διεύρυνση, σε σχέση με εκείνη του άρ. 13 στοιχ. α΄ ΠΚ, μόνον της έννοιας του υπαλλήλου, ο οποίος μπορεί να είναι υποκείμενο του εγκλήματος της απιστίας περί την υπηρεσία, χωρίς να προκύπτει σκοπός του νομοθέτη να διευρύνει εξίσου την έννοια της “δημόσιας” περιουσίας, η οποία οριοθετείται στην διάταξη του άρ. 256 ΠΚ. – Για τον χαρακτήρα της περιουσίας ως “δημόσιας”, με την ποινική διάσταση που αναγκαίως δίδεται στην έννοια αυτή, πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν αν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση η ελαττωθείσα περιουσία ανήκει πράγματι στο Δημόσιο, ανεξαρτήτως του αν για λόγους διαχειριστικούς ή άλλους φέρεται τυπικά ως περιουσία τρίτου, ανήκοντος όμως στο Δημόσιο, νομικού προσώπου. – Η περιουσία της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος αποτελεί “δημόσια” περιουσία κατά την έννοια του άρ. 256 ΠΚ, παρά την νομική μορφή της Τράπεζας ως ανώνυμης εταιρείας, αφού κατά τον επίδικο χρόνο το μετοχικό της κεφάλαιο αναλήφθηκε εξ ολοκλήρου από το Ελληνικό Δημόσιο, στο οποίο ανήκουν οι μετοχές που προκύπτουν από την σταδιακή αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας. – Κατά την αντίθετη, ως προς το σημείο αυτό, εισαγγελική πρόταση, η περιουσία της Αγροτικής Τράπεζας δεν είναι “δημόσια” περιουσία, διότι κάτι τέτοιο δεν συνάγεται από τον ιδρυτικό της νόμο ούτε από το καταστατικό της.


Το βούλευμα δημοσιεύεται σε Ποινικά Χρονικά 2016, 742, με σημείωση Η. Αναγνωστόπουλου.