Αναζήτηση για

Στην ενότητα


Επιλέξτε γράμμα
Αναζήτηση όρου

Έτος    
ΤρΕφΠλημΘεσ 3429/2014

Καταδίκη, κατά πλειοψηφίαν, ειδικών ιατρών (μαιευτήρων-γυναικολόγων) για ανθρωποκτονία εξ αμελείας, τελεσθείσα διά παραλείψεως, εις βάρος επιτόκου λόγω μη λήψης της ενδεδειγμένης για την αντιμετώπιση κατάστασης μαιευτικής αιμορραγίας (στην οποία είχε περιέλθει το θύμα) θεραπείας: Στοιχεία του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας. – Δυνατή και η διά παραλείψεως τέλεση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας (άρ. 302 ΠΚ), εφόσον συντρέχουν οι όροι του άρ. 15 ΠΚ. – Εάν πρόκειται περί μικτής συμπεριφοράς του δράστη, συνισταμένης σε ενέργειες και παραλείψεις αυτού, θα πρέπει να ερευνηθεί εάν το σφάλμα του δράστη και, συνακόλουθα, η απαξία της συμπεριφοράς του, έγκειται σε πράξη ή παράλειψη. – Έννοια “αντικειμενικού σφάλματος”. – Συντρέχει ποινική ευθύνη του ιατρού για ανθρωποκτονία εξ αμελείας, οσάκις αφενός μεν το αποτέλεσμα του θανάτου του θύματος μπορεί να αποδοθεί σε παράβαση από τον ιατρό των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της επιστήμης, ως προς τους οποίους δεν δύναται να ανακύψει ουδεμία αμφισβήτηση, αφετέρου δε η ενέργειά του (πράξη ή παράλειψη) δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον επιμελείας. – Έννοια “κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της επιστήμης”. – Πότε συντρέχει “εξωτερική (αμέλεια)” και πότε “εσωτερική αμέλεια” του δράστη ως προς το αξιόποινο αποτέλεσμα. – Καθ’ όσον αφορά ειδικότερα την εξωτερική αμέλεια των ιατρών, η ύπαρξη αντικειμενικού σφάλματος προϋποθέτει παράβαση κανόνων κοινώς αναγνωρισμένων, σε σχέση με την ορθότητα των οποίων δεν γεννάται σοβαρή αμφισβήτηση· αντιστρόφως, η τήρηση των ανωτέρω κανόνων αρκεί, αφ’ εαυτής, για τον αποκλεισμό της εξωτερικής αμέλειας, εκτός εάν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι, εξαιτίας των οποίων ο δράστης βαρύνεται με καθήκον αυξημένης επιμέλειας. – Εάν η συμπεριφορά του δράστη ευθυγραμμίζεται με επιστημονική άποψη υποστηριζόμενη από ορισμένο αριθμό επιστημόνων, έστω και αντίθετη προς την κρατούσα, δεν συντρέχει αντικειμενικό σφάλμα. – Καταδικάζονται, κατά πλειοψηφία, για ανθρωποκτονία εξ αμελείας, τελεσθείσα διά παραλείψεως εις βάρος επιτόκου, οι δύο κατηγορούμενοι, ειδικοί χειρουργοί ιατροί-μαιευτήρες γυναικολόγοι της Μαιευτικής Κλινικής του Νοσοκομείου Κατερίνης, επειδή από αμέλεια, ήτοι από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλαν σύμφωνα με τις περιστάσεις και μπορούσαν να καταβάλουν, δεν προέβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη τους, με αποτέλεσμα να επιφέρουν τον θάνατο ασθενούς, παρά το γεγονός ότι βαρύνονταν αμφότεροι με ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσουν την επέλευσή του, δηλαδή από επιπολαιότητα και απερισκεψία αφενός μεν δεν προχώρησαν στην απολύτως αναγκαία και, σύμφωνα με τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, ενδεδειγμένη περί τον τοκετό χειρουργική επέμβαση ολικής υστερεκτομίας επί της θανούσης επιτόκου, η οποία είχε μεταφερθεί επειγόντως στο νοσοκομείο όπου υπηρετούσαν, ευρισκόμενη στην 34η εβδομάδα κυήσεως, με συμπτώματα αιμορραγίας από τον κόλπο, ταχυκαρδίας και υπότασης, αλλά ενήργησαν από κοινού επ’ αυτής καισαρική τομή (με αποτέλεσμα να γεννηθεί πρόωρο βρέφος), μετά το πέρας της οποίας επιδεινώθηκε η αιμοδυναμική κατάσταση της ως άνω ασθενούς, λόγω συνεχούς απώλειας αίματος, αφετέρου δε, καίτοι όφειλαν να διαγνώσουν ότι η κατάστασή της οδηγούσε σε καταπληξία και να ακολουθήσουν την μόνη, ενδεδειγμένη για την αντιμετώπιση της ανθιστάμενης στην συντηρητική θεραπεία ή σε έτερα θεραπευτικά μέτρα μαιευτικής αιμορραγίας, οδό, με την διενέργεια στην ως άνω επίτοκο χειρουργικής επέμβασης ολικής υστερεκτομίας, επέλεξαν την διακομιδή της σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, δίχως να έχουν προηγουμένως αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ενεργό αιμορραγία αυτής, με αποτέλεσμα η επίτοκος να υποστεί, κατά την διάρκεια της διακομιδής της στο ως άνω νοσοκομείο, καρδιακή ανακοπή λόγω αιμοδυναμικής καταπληξίας και να αποβιώσει. – Κατά την γνώμη της μειοψηφίας οι κατηγορούμενοι θα πρέπει να κηρυχθούν αθώοι των αποδιδόμενων σε αυτούς κατηγοριών, διότι ενήργησαν lege artis όχι μόνο κατά την αρχική φάση του αιμορραγικού επεισοδίου της διακομισθείσης επειγόντως ενώπιόν τους (και τελικώς αποβιωσάσης) επιτόκου, χορηγώντας σε αυτήν συντηρητική θεραπεία (η οποία δεν απέδωσε), αλλά και κατά την ύστερη φάση αυτού, αφού, ενόψει της κρίσιμης κατάστασης και της βαριάς παθολογικής εικόνας της ασθενούς, η διακομιδή της, και μάλιστα με την συνοδεία ιατρών, στο πλησιέστερο και πλέον οργανωμένο τριτοβάθμιο νοσοκομείο (Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης), στο οποίο αυτή θα μπορούσε να μεταφερθεί εύκολα και έγκαιρα, προκειμένου να τύχει αποτελεσματικής ιατρικής φροντίδας, κρινόταν, υπό τις δεδομένες περιστάσεις, ιατρικώς επιβεβλημένη, και άρα σύμφωνη με το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον επιμελείας, ιδίως εάν ληφθεί υπόψιν ότι η ασθενής είχε αρχικώς εισαχθεί σε κλινική επαρχιακού νοσοκομείου (του Νοσοκομείου Κατερίνης), εντός του οποίου δεν υπήρχε ούτε κατάλληλο και οργανωμένο αιματολογικό εργαστήριο για την πραγματοποίηση (των απολύτως αναγκαίων για τον έλεγχο της πηκτικότητας του αίματος σε περιπτώσεις αιμορραγίας υστερότοκης) αιματολογικών εξετάσεων, ούτε μεγάλο τμήμα αιμοδοσίας για την έγκαιρη χορήγηση της αναγκαίας αυξημένης ποσότητας, αίματος και παραγόντων πήξης του αίματος, αλλά ούτε και μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) για την συνεχή παρακολούθηση της αιμορραγούσης ασθενούς από εξειδικευμένους ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων, οπότε, ενόψει των προφανών ανεπαρκειών στην υποδομή του νοσοκομείου, οι κατηγορούμενοι, ανεξάρτητα από την εμπειρία τους και τις προσωπικές τους ικανότητες, δεν θα μπορούσαν, με πιθανότητα εγγίζουσα τα όρια της βεβαιότητας, να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την αιμορραγία της ασθενούς, με αποτέλεσμα να ανακύπτει ζήτημα διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της αποδιδόμενης σε αυτούς παράλειψης και του τελικώς επελθόντος θανατηφόρου αποτελέσματος.


Η ως άνω απόφαση δημοσιεύεται σε ΠοινΧρ 2015, 542