Αναζήτηση για

Στην ενότητα


Επιλέξτε γράμμα
Αναζήτηση όρου

Έτος    
“Ξέπλυμα” περιουσίας προερχόμενης από φοροδιαφυγή
Γιώργος Τριανταφύλλου, Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

Η ένταξη πολλών ειδών φοροδιαφυγής στον κατάλογο των βασικών αδικημάτων του ξεπλύματος έλαβε χώρα το 2005. Στη δεκαετία που μεσολάβησε έως σήμερα ο νομοθέτης με επανειλημμένες παρεμβάσεις του κινήθηκε άλλοτε προς την κατεύθυνση του περιορισμού και άλλοτε προς την κατεύθυνση της διεύρυνσης των πράξεων φοροδιαφυγής που εντάσσονται στον κατάλογο αυτόν. Η συχνότητα των νομοθετικών παρεμβάσεων είναι εντυπωσιακή, αν ληφθεί υπόψη η απουσία νομολογιακών δεδομένων, που αποκαλύπτει την πενιχρή έως ανύπαρκτη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων. Οι φορολογικές και διωκτικές αρχές δεν έκριναν αναγκαία ή σκόπιμη τη δίωξη του φοροφυγά και για ξέπλυμα. Η κατάσταση φαίνεται να μεταβάλλεται υπό το κράτος της δημοσιονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα. Πολλές από τις μηνυτήριες αναφορές των δημοσίων αρχών, που είναι επιφορτισμένες με την καταστολή της φοροδιαφυγής, περιλαμβάνουν πλέον και αίτημα να διωχθεί ο ύποπτος για ξέπλυμα. Προκαταρκτικές εξετάσεις που διενεργούνται σχετικώς διερευνούν την τέλεση και των δύο εγκλημάτων. Ενόψει των εξελίξεων αυτών καθίσταται επίκαιρη η διερεύνηση της δυνατότητας τέλεσης ξεπλύματος με αντικείμενο το όφελος που προκύπτει από τη φοροδιαφυγή. Στη μελέτη που ακολουθεί ο συγγραφέας επισημαίνει τους λόγους οι οποίοι αποκλείουν τη δυνατότητα αυτή στις περισσότερες των περιπτώσεων φοροδιαφυγής.


Η ως άνω μελέτη δημοσιεύεται σε ΠοινΧρ 2014, 721